ΜΠΑΡΑ ΜΕΝΟΥ

05 Ιουλίου 2011

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΒΛΑΣΦΗΜΙΑΣ

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ

Από δηλητηριώδη ρίζα καὶ φοβερὴ μητέρα — ἐννοῶ τὴν μολυσμένη ὑπερηφάνεια — ἀκούσαμε πρὸηγουμένως ὅτι προέρχεται ἕνας πολὺ φοβερὸς ἀπόγονος, δηλαδὴ ἢ ἀνέκφραστη βλασφημία. Γι' αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη νὰ τὴν φέρωμε στὴν μέση, διότι δὲν εἶναι τυχαῖος ἐχθρός, ἀλλὰ ἐχθρὸς καὶ ἀντίπαλος φοβερώτερος ἀπὸ κάθε ἄλλον. Τὸ δὲ χειρότερο εἶναι, δτὶ δὲν μπορεῖς εὔκολα νὰ τὴν ἔκφρασης καὶ νὰ τὴν ἐξομολογηθῆς ἢ νὰ τὴν στηλίτευσης ἐνώπιον πνευματικοῦ ἰατροῦ. Ἐξαιτίας αὐτοῦ πολλὲς φορὲς αὐτὴ ἢ ἀνόσιος ἔφερε πολλοὺς σὲ ἀπόγνωσι καὶ ἀπελπισία καὶ κατέστρεψε κάθε τοὺς ἐλπίδα, ὅπως τὸ σαράκι τὸ ξύλο.


  Αὐτὴ λοιπόν, αὐτὴ ἢ παμμίαρη βλασφημία    εὐχαριστεῖται πολλὲς φορὲς κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἁγίων συνάξεων καὶ ἀκόμη τὴν φρικτὴ ὥρα τῆς τελέσεως τῶν Μυστηρίων νὰ ὕβριζη τὸν Κύριον καιτα τελούμενα ἅγια Μυστήρια. 'Ἀπὸ αὐτὸ ἀντιλαμβανομεθα πλήρως ὅτι δὲν τὰ πρόφερε τὰ ἀνείπωτα καὶ ἄσεβη καὶ ἀκατανόητα ἐκεῖνα λογία ἢ ἰδικὴ μᾶς ψυχή, ἀλλὰ ὃ ἀντίθεος δαίμων, ὃ ὅποιος ἐκδιωθηκε ἀπὸ
τοὺς οὐρανούς, διότι καὶ ἐκεῖ σκέφθηκε νὰ βλασφημήση τὸν Κύριον.
Διότι ἂν ἦταν ἰδικά μου  τὰ ἄσεμνα καὶ ἄπρεπη ἔκεινα λόγια, πῶς
μπορῶ νὰ ὑβρίζω καὶ νὰ δοξολογῶ συγχρόνως;
    Πολλοὺς   πολλὲς   φορὲς   ὃ ἀπατεὼν   δαίμων   τῆς   βλασφημίας τοὺς    ὤδηγησε   σὲ   παραφροσύνη. Διότι  κανεὶς   ἄλλος  λογισμὸς   δὲν εἶναι  τόσο  δύσκολος  στὴν  ἐξαγόρευσι   τοῦ    ὅσο    αὐτός.   Γι'   αὐτὸ πολλὲς φορὲς σὲ πολλοὺς ἔγηρασε μέσα τους. Καὶ ὡς γνωστὸν τίποτε δὲν ἰσχυροποιεῖ τοὺς   δαίμονας καὶ τοὺς λογισμοὺς ἐναντίον  μας,  ὅσο τὸ νὰ τοὺς τρέφωμε καὶ νὰ τοὺς ἀποκρύπτωμε   μέσα   στὴν   καρδιὰ μᾶς ἀνεξομολόγητους.
  Κανεὶς   ἂς   μὴ   θεωρῆ   τὸν ἑαυτὸ τοῦ αἴτιο γιὰ τοὺς λογισμοὺς τῆς βλασφημίας. Ὃ Κύριος, ὃ ὅποιος εἶναι καρδιογνώστης, γνωρίζει καλὰ ὅτι δὲν εἶναι ἰδικά μας αὐτοῦ του εἴδους τὰ λόγια καὶ οἱ σκέψεις, ἀλλὰ τῶν ἐχθρῶν μας.
  Ἢ μέθη εἶναι αἰτία στὸ νὰ σκοντάφτη κάποιος. Ὁμοίως καὶ ἢ ὑπερηφάνεια εἶναι αἰτία τῶν ἀπρεπῶν λογισμῶν. Καὶ ἐκεῖνος ποῦ ἔσκονταψε εἶναι ἀναίτιος γι' αὐτό, ἀλλὰ θὰ τιμωρηθῆ πάντως, διότι ἔμεθυσε.
  Ὅταν ἐσταθήκαμε νὰ προσευχηθοῦμε, ξεσηκώθηκαν ἐναντίον μᾶς οἱ ἀκάθαρτοι ἐκεῖνοι καὶ ἀνείπωτοι λογισμοί. Καὶ μόλις ἔτελειωσαμε τὴν  προσευχή, ἔφυγαν ἀμέσως. Διότι δὲν συνηθίζουν νὰ μάχωνται ἐκείνους ποῦ δὲν τοὺς μάχονται.
  Ὄχι μόνο τὸν Θεὸν καὶ τὰ θεία ὃ ἄθεος αὐτὸς δαίμων βλασφημεῖ, ἀλλὰ καὶ προφέρει μέσα στὸν νοῦ μᾶς μερικὰ αἰσχρότατα καὶ ἄπρεπα λόγια, γιὰ νὰ ἔγκαταλειψωμε τὴν προσευχὴ ἢ γιὰ νὰ πέσωμε σὲ ἀπόγνωσι. Ἔτσι πολλούς τους ἐμπόδισε ἂπδ τὴν προσευχὴ καὶ πολλούς τους ἀπεμάκρυνε ἀπὸ τὰ Μυστήρια.
   Σὲ μερικοὺς κατέτηξε τὰ σώματα ἀπὸ τὴν λύπη. Ἄλλους ὃ πονηρὸς αὐτὸς καὶ ἀπάνθρωπος τύραννός τους ἔδαμασε μὲ τὴν νηστεία καὶ δὲν τοὺς ἐπέτρεψε τὴν παραμικρὴ ἀνακούφισι.
   Καὶ κατώρθωσε νὰ πείση δχὶ μόνο τοὺς κοσμικούς, ἄλλα καὶ τοὺς μοναχούς, ὅτι δὲν τοὺς ἀπολείπεται πλέον καμμία ἐλπίδα σωτηρίας καὶ ὅτι εἶναι ἐλεεινότεροι ἀπὸ ὅλους τους ἀπίστους καὶ ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς εἰδωλολάτρες ἀκόμη.
  Ὁποῖος ἐνοχλεῖται ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς  βλασφημίας καὶ θέλει  νὰ ἀπαλλαγῆ ἂπ' αὐτό, ἂς ἐννοήση καλὰ ὅτι αἰτία αὐτῶν τῶν λογισμῶν δὲν εἶναι ἢ ἰδικῆ τοῦ ψυχή, ἀλλὰ ὁ ἀκάθαρτος δαίμων, ποὺ εἶπε κασποτε πρὸς τὸν Κύριον: << Ταῦτα πάντα σοὶ δώσω, ἐὰν πεσων προσκύνησης μοὶ >>( Μάτθ. δ' 79).
  Γιὰ τοῦτο καὶ ἐμεῖς ἂς τὸν περιφρονοῦμε καὶ ἂς μὴ ὑπολογίζωμε καθόλου τὰ λεγόμενά του καὶ ἂς τοῦ λέγωμε: «Ὑπάγε ὀπίσω μου, σατανᾶ. Κύριον τὸν Θεόν μου προσκυνήσω καὶ αὔτω  μόνω λατρεύσω» (πρβλ. Μάτθ. δ' 10)· «σοὺ δὲ ἐπιστρέψει ὃ πόνος καὶ ὁ λόγος ἐπὶ τὴν κεφαλήν σου, καὶ ἐπὶ τὴν κορυφήν σου ἢ βλασφημία σου καταβήσεται» (πρβλ. Ψάλμ. ζ' 17) ἐν τῷ νῦν αἰὼν ἰ καὶ ἐν τῷ μέλλοντι».
  Ὁποῖος προσπαθεῖ νὰ παλαίψη ἐναντίον τοῦ δαίμονος τῆς βλασφημίας μὲ διαφορετικὸ ἀπὸ τὸν προηγούμενο τρόπο, ὁμοιάζει μ' ἐκεῖνον ποῦ ἐπιχειρεῖ νὰ συλλαβὴ τὴν ἀστραπὴ μὲ τὰ χέρια του. Διότι πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ συλλαβὴ ἢ νὰ ἀντειπῆ ἢ νὰ παλαίψη ἐναντίον ἐκείνου ποῦ ἐπέρχεται στὴν καρδιὰ ξαφνικὰ σὰν ἄνεμος, ποῦ εἶναι τὰ λόγια του γρηγορώτερα ἀπὸ τὴν ριπὴ τοῦ ὀφθαλμοῦ, καὶ ποῦ ἀμέσως γίνεται ἄφαντος;
  Ὅλοι  οἱ ἐχθροὶ  ἵστανται ἀπέναντί   μας   καὶ   μάχονται   καὶ ἀργοῦν   κάπως   καὶ   δίνουν   καιρὸ στὸν    ἀνταγωνιστή    τους.    Αὐτὸς ὅμως   Ὄχι!    Ἄλλα   μόλις   φάνηκε ἔφυγε, καὶ  μόλις  ὡμίλησε  ἀνεχώρησε.
    Πολλὲς   φορὲς   τοῦτος   ὃ δαίμων συνηθίζει νὰ εἰσχωρῆ στὸν νοῦ τῶν πιὸ ἁπλῶν καὶ πιὸ ἀκεραίων, διότι αὐτοὶ θορυβοῦνται καὶ ταράσσονται ὑπερβολικά, πολὺ περισσότερο   ἀπὸ   τοὺς   ἄλλους.   Καὶ σ'  αὐτούς,  ἔχομε τὴν γνώμη,   ὅτι ὃ πόλεμος ὀφείλεται ἐξ ὁλοκλήρου στὸν φθόνο τῶν δαιμόνων καὶ ὄχι στὴν οἴησι.
  Ἂς παύσωμε νὰ κρίνωμε καὶ νὰ κατακρίνωμε τὸν πλησίον, καὶ τότε δὲν πρόκειται νὰ φοβηθοῦμε τοὺς λογισμοὺς τῆς βλασφημίας. Διότι ἀφορμὴ καὶ ρίζα τοῦ δευτέρου εἶναι τὸ πρῶτο.
   Ἐκεῖνος ποῦ   εἶναι   κλεισμένος σ' ἕνα σπίτι, ἀκούει τὰ λόγια αὐτῶν ποῦ περνοῦν ἂπ' ἔξω, χωρὶς νὰ συνομιλῆ μαζί τους. Παρομοίως καὶ ἢ ψυχὴ ποῦ ζῆ μὲ αὐτοσυγκέντρωση ταράσσεται ἀκούοντας τὶς βλασφημίες ποῦ προφέρει διερχόμενος ὃ διάβολος.
 Ὁποῖος   περιφρονεῖ   τοῦτον τὸν δαίμονα, ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸ   πάθος.  Ὁποῖος   σοφίζεται   νὰ ἀγωνισθῆ    ἐναντίον   τοῦ    διαφορετικά,  στὸ τέλος νικαται. Διότι ἐκεῖνος ποῦ προσπαθεῖ νὰ συλλαβὴ τὰ πνεύματα μὲ λόγια, ὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνον  ποῦ  προσπαθεῖ νὰ κλείση κάπου τους ἀνέμους. Κάποιος  ἐκλεκτὸς  μοναχός,  ἐνοχλούμενος εἴκοσι χρόνους ἀπὸ τοῦτον τὸν δαίμονα, ἐλυωσε τὴν σάρκα του μὲ νηστεῖες καὶ ἀγρυπνίες. Καὶ ἀφοῦ δὲν εἶδε ἀπὸ αὐτὰ καμμία ὠφέλεια, ἔγραψε τὸ πάθος σὲ χαρτὶ καὶ ἐπῆγε καὶ τὸ ἔδωσε σὲ κάποιον ἅγιο ἄνδρα.  Ἔπεσε δὲ κατὰ πρόσωπον στὴν γῆ καὶ δὲν μποροῦσε νὰ ἀνύψωση πρὸς αὖτον τὸ βλέμμα του. Ὃ γέροντας μόλις τὸ διάβασε, χαμογέλασε, καὶ ἀφοῦ σήκωσε τὸν ἀδελφό, τοῦ λέγει : «Βάλε, τέκνον μου, τὸ χέρι σου στὸν αὐχένα  μου». Ἀφοῦ τὸ ἔβαλε ὃ ἀδελφός, τοῦ λέγει ὁ μέγας ἐκεῖνος: «Ἂς εἶναι
ἐπάνω στὸν τράχηλό μου, ἀδελφέ, αὔτη ἢ ἁμαρτία, ὅσα χρόνια τὴν εἶχες ἢ θὰ τὴν ἔχης ἀκόμη. Μόνο ἐσὺ νὰ μὴν τὴν ὑπολογίζης πλέον καθόλου». Καὶ ὁ ἀδελφὸς αὖτος διαβεβαίωνε ὅτι δὲν προφθάσε νὰ βγῆ ἀπὸ τὸ κελλὶ τοῦ γέροντος, καὶ τὸ πάθος ἔγινε ἄφαντο. Τοῦτο τὸ περιστατικό μου τὸ διηγήθηκε δοξάζοντας τὸν Θεὸν ὁ ἴδιος ἀδελφὸς στὸν ὅποιον συνέβη.
Ὁποῖος ἐνίκησε τοῦτο τὸ πάθος  ἀπεμάκρηνε  τὴν ὑπερηφάνεια.

πηγη:
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ
"ΚΛΙΜΑΞ"
ΕΚΔ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου